Ο Ολυμπιακός του Μπλάτ υποδέχεται αύριο τον Παναθηναϊκό για την Ευρωλίγκα και το παιχνίδι αποκτά νέο ενδιαφέρον, έπειτα από την άφιξη του Ρικ Πιτίνο. Ο Ιταλοαμερικανός προπονεί για πρώτη φορά ευρωπαϊκή ομάδα και έως τώρα δείχνει πολλά και καλά στοιχεία. Ας τον γνωρίσουμε όμως μέσα από προηγούμενες δεκαετίες. Άλλωστε, είναι hall of famer.
Τι κατάφερε ως παίκτης.
Ο 19χρονος Ρικ Πιτίνο ξεκινά τη καριέρα του ως μπασκετμπολίστας στο Κολλέγιο Άμρεστ. Σε διάστημα τριών χρόνων καταφέρνει να μοιράσει 329 ασίστ και τυπικά να συμπληρώσει την δεκάδα, με τους παίκτες που έχουν τις περισσότερες ασίστ, στα χρονικά του συλλόγου. Αγαπούσε το ομαδικό πνεύμα και ήταν ώριμο παιδί για την ηλικία του, όπως καταλαβαίνουμε. Από τα στοιχεία που συνθέτουμε, πουθένα δε δίνεται βάση στο στατιστικό του ως σκόρερ. Πώς αυτή η προσωπικότητα να ξεφύγει από τη προπονητική; Μάλλον ήταν μοιραίο. Η καριέρα του ως παίκτης τελειώνει το 1974. Ο Ρίκ, μόλις στην ηλικία των 22 ετών!
Στο Κολλεγιακό άνθισε η προπονητική του καριέρα.
Ο Ρικ Πιτίνο έχει αναλάβει τις εξής κολλεγιακές ομάδες: Χαβάη, Συρακούσες, Βοστώνη, Πρόβιτενς, Κεντάκι και Λιούισβιλ. Τα περισσότερα όμως πέτυχε με τις τρεις τελευταίες. Κατάφερε να τις οδηγήσει σε φαίναλ φορ και μάλιστα να κατακτήσει το πρωτάθλημα με το Κεντάκι (1996) και το Λιούισβιλ (2013). Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες έγινε το αφεντικό των φάιναλ φορ με διαφορετικές ομάδες. Οι δεκαετίες αυτές είναι το '80, '90, '00 και '10. Μόνο αυτός και άλλοι δύο προπονητές κατάφεραν να προκριθούν με δύο διαφορετικές ομάδες σε αντίστοιχο αριθμό των φάιναλ φορ. Επίσης, ανήκει στο κλειστό κλαμπ των δύο προπονητών, οι οποίοι με μία μόνο ομάδα συμμετείχαν σε 3 φάιναλ φορ. Το '87 επιλέχθηκε ως προπονητής του Κολλεγιακού έτους αλλά και ως κάτοχος του βραβείου Τζον Γούντεν-προπονητής της χρονιάς. Το '90, '91, '96 ψηφίστηκε ως κορυφαίος προπονητής της Southeastern Conference. Η μεγαλύτερη διάκριση όμως ήρθε το 2013. Ο Έρικ Πιτίνο, ήδη μέλος του Ιταλοαμερικάνικου hall of fame, εντάχθηκε στο Basketball hall of fame, επιβεβαιώνοντας την κυριαρχία του ως προπονητική προσωπικότητα.
Η αποτυχία στους Σέλτικς.
Οι Μπόστον Σέλτικς υπό τις οδηγίες του Ρικ Πιτίνο, έζησαν την χειρότερη τους πορεία.
Ηγήθηκε της ομάδας αυτής για τέσσερις σεζόν, από το '97 έως το 2001. Και οι τέσσερις ήταν τουλάχιστον αρνητικές. Τα στατιστικά του συνολικά είναι 146 ήττες και 102 νίκες. Το κάκιστο αυτό στατιστικό επιβεβαιώνεται από το γεγονός πως η μόνη ελπιδοφόρα σεζόν του στους Μπόστον ήταν η τελευταία, όπου και πρόλαβε να προπονήσει μόνο σε 34 παιχνίδια, πριν απολυθεί. Ο απολογισμός αυτής; 22 ήττες και 12 νίκες. Απελπιστικά άσχημο ποσοστό για έναν προπονητή που είχε κατακτήσει τον τίτλο του κορυφαίου προπονητή του Κολλεγιακού πρωταθλήματος, για την μόλις προηγούμενη σεζόν ("96). Δεν είναι τυχαίο, άρα που οι φίλαθλοι της Βοστώνης τον θεωρούν έναν από τους πιο αποτυχημένους κόουτς της ιστορίας τους. Με τους Νίκς μια δεκαετία πριν ('87 έως '89) τα είχε πάει καλύτερα. Αν και μικρότερος μάλιστα, μέτρησε 90 νίκες και 74 ήττες.
Οι ιδιαίτερες ατάκες του στις συνεντεύξεις τύπου.
Κάτι που τον χαρακτηρίζει όλα αυτά τα χρόνια εκτός από τις προπονητικές του γνώσεις, είναι οι ατάκες για τον τρόπο που δουλεύει σε μια ομάδα. Μέσα σε αυτά που αναφέρει, προσκολλά βιώματα του ως απλός πολίτης αλλά και δε διστάζει να διακωμωδίσει την δουλειά του. Η φαντασία του λόγου του είναι απίστευτη αλλά και η περιγραφικότητα με την οποία εξηγεί έναν αγώνα, μοναδική. Από το "Ακούω την γνώμη των άλλων, αλλά δε με νοιάζει γιατί έχω την δική μου άποψη" στο "η αποτυχία είναι σαν λίπασμα, γι'αυτό κι εγώ μέσα από τα λάθη μαθαίνω τον καλύτερο μου εαυτό". Και από το " αποφύγετε τους κυνικούς και αρνητικούς ανθρώπους, είναι δολοφόνοι της προοπτικής" στο "όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά για μένα σε ένα παιχνίδι, την θεωρώ απλα μια τυχερή ημέρα. Ο άνθρωπος αυτός έχει έναν πολυδιάστατο χαρακτήρα. Κάνει την δουλειά του καλά, ενώ προσπαθεί με χίλιους τρόπους, να αναλύσει στο κεφάλι του μια νίκη ή μία ήττα. Και πιστεύω πως αυτή η επιμονή τον έχει ανάδειξει ως κορυφαίο. Θεωρώ πως βρίσκει το κλικ κάθε παίκτη, ώστε την επομένη μίας ήττας να τον ωθεί στο σημείο που υστερεί και μόνος του πλέον να δουλεύει πάνω σε αυτό. Είναι ένας υπέροχος προπονητής, που δίνει ρεσιτάλ εντός και εκτός γηπέδου. Αν και αυτός βρίσκει τον τρόπο να ταυτίζει αυτούς τους δύο χώρους.





Comments
Post a Comment